γιουχαϊσμός

γιουχαϊσμός
ο
το γιουχάισμα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • γιουχαϊσμός — ο και γιουχάισμα, το θορυβώδης αποδοκιμασία με γιούχα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”